Agenbite Misery – Remorse of Conscience
ΩΧ ΩΧ ΩΧ τι έχουμε εδώ! Το τριμελές σχήμα από το Νιου Χάμσαϊρ, Agenbite Misery, εξαπολύει το Φλεβάρη του 2026 το ντεμπούτο άλμπουμ του και είναι έτοιμο να ταράξει τα νερά του underground με τη δισκάρα που έχουν προ των πυλών. Στο metal-archives τους αναφέρει ως experimental black/sludge metal αλλά είναι πολλά παραπάνω. Με καταβολές που φτάνουν από black/ death/ doom/ sludge metal μέχρι post-punk, hardcore, noise και metalcore το ορθόδοξο (Converge, Catharsis κλπ). Το άλμπουμ είναι concept και προσπαθεί να εκφράσει μουσικά το λογοτεχνικό έργο “Οδυσσέας” του Ιρλανδού συγγραφέα James Joyce με κάθε τραγούδι να αντιστοιχεί και σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου.
Οι άγριες διαθέσεις της μπάντας φαίνονται από το πρώτο κιόλας λεπτό με το “Telemachean Echoes” που διαρκεί 1:27 και ηχητικά δεν είναι τίποτα παραπάνω από αγνό hardcore βρωμόξυλο. Κάπως έτσι πάμε στο τετράλεπτο “Cascara Sagrada” που κινείται στα όρια του black/death με τον ήχο στις κιθάρες να έχει μια βρόμικη sludge-ια. Όσο προχωράει γίνεται όλο και πιο χαώδες και avant-garde.
To δεκατριάλεπτο “A Charitable View of Temporary Insanity” είναι το τρίτο κομμάτι του άλμπουμ. Εισαγωγή του είναι χαλαρή και αφηγηματική δίνοντας τον ακροατή μια γαλήνια αίσθηση με ήχους πουλιών στο background. Κάπου στα τέλη του δεύτερου λεπτού μπαίνει στο παιχνίδι η πολύ βαριά παραμόρφωση με αργόσυρτους doomy sludge ρυθμούς για να συνεχίσει η αφήγηση με clean κιθαριστικά αρπίσματα. Γενικά σε όλο το κομμάτι εναλλάσσονται οι αργοί με τους γρήγορους ρυθμούς, τα clean κιθάρες με τη παραμόρφωση σε μία άνισα προσεγμένη κατανομή. Το στοιχείο της έκπληξης σε όλο το κομμάτι δε σταματά ποτέ και ενώ είναι φτιαγμένο για να ακούγεται λάθος, έχουν καταφέρει αυτό το χαοτικό συνονθύλευμα να έχει μια μοναδική δική του ροή.
Το κοντά επτάλεπτο “Whatness of Allhorse” είναι ένα industrial rock κομμάτι, σε πολλά εισαγωγικά, με το μπάσο να έχει πάρει φωτιά, screaming φωνητικά και synths, έχει ένα Nine Inch Nails meets black metal vibe.
Οδηγούμαστε στο δεύτερο μισό του δίσκου με το εξάλεπτο “Bellwether and Swine”. Τα βαριά doomy sludge riffs εναλλάσσονται με μια black/death speed-α. Είναι ίσως το πιο καθαρόαιμο metal κομμάτι του δίσκου και το πιο “εύπεπτο” αν μπορεί να χαρακτηριστεί οτιδήποτε μέσα σε αυτό το άλμπουμ “εύπεπτο”. Το “Bellwether and Swine” είναι και το μόνο single που έχει δημοσιοποιηθεί μέχρι στιγμής οπότε τρεχάτε να πάρετε μια γεύση από το τι σας περιμένει.
Το “Circe” που ακολουθεί είναι ένα πομπώδες και επιθετικό black metal κομμάτι με μελωδικές γραμμές και πιο αργές στιγμές, σου φέρνει στο μυαλό ένα 90s νορβηγικό αεράκι υπό μια πιο φρέσκια οπτική προφανώς.
Το “The Twice-Charred Paths of Musing Disciples” είναι ένα ambient ιντερλούδιο ανακατεμένο με synths που λειτουργεί σαν κάθαρση πριν από το τη τελική πτώση που έρχεται με το δεκατετράλεπτο “Mnesterophonia”. Στην ουσία το “Mnesterophonia” συνοψίζει πολλά από τα στοιχεία που ακούσαμε στον υπόλοιπο δίσκο. Οι αργόσυρτες και βρώμικες κιθάρες εναλλάσσονται με γρήγορους και επιθετικούς ρυθμούς, μέχρι το έκτο λεπτό που πέφτει σε ένα συνεχόμενο noise βούρκο. Κλείνει με ένα λασπώδες ξέσπασμα που φέρνει στο μυαλό τους Primitive Man.
Το ντεμπούτο των Αμερικανών ρίχνει σαγόνια. Είναι αλλοπρόσαλλο, χαοτικό αλλά με απίστευτη συνοχή. Δεν είναι για όλα τα αυτιά, είναι δύσκολο και απαιτητικό άκουσμα. Είναι για αυτούς που το ψάχνουν λίγο παραπάνω με τη μουσική τους και δεν αρκούνται σε radio-friendly χιτάκια. Αν αυτό είναι μόνο η αρχή για τους Agenbite Misery το μέλλον τους είναι λαμπρό.
Μάριος Κοτταράς
9/10